- συγκλεισμός
- συγκλεισμόςa being shut upmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συγκλεισμός — ὁ, ΜΑ [συγκλείω] 1. σύγκλειση, στενή συνένωση 2. (για χρόνο) τελείωμα, συμπλήρωση αρχ. 1. θησαυρός 2. φρ. «συγκλεισμὸς καρδίας» σκληροκαρδία, απονιά … Dictionary of Greek
συγκλεισμοί — συγκλεισμός a being shut up masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκλεισμοῦ — συγκλεισμός a being shut up masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκλεισμῶν — συγκλεισμός a being shut up masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκλεισμῷ — συγκλεισμός a being shut up masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκλεισμόν — συγκλεισμός a being shut up masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ԱՐԳԵԼԱՆ — (ի, աց.) NBH 1 0344 Chronological Sequence: Early classical, 6c, 8c, 9c, 10c, 12c գ. ἁπόκλεισμα, συγκλεισμός, ἅρκτη claustrum, clausura, carcer որ եւ ԱՐԳԵԼԱՆՈՑ, ԱՐԳԵԼԱՐԱՆ, ԱՐԳԵԼ. Տեղի արգելեալ եւ փակեալ կալոյ. փակարան. բանտ. ... *Տացես զնոսա… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ԲԱՂԵԶԵՐՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 427 Chronological Sequence: 6c գ. ԲԱՂԵԶԵՐՈՒԹԻՒՆ ԲԱՂԵԶԵՐՈՒՄՆ. συνορισμός, συμπέρασμα, σύγκλεισις, συγκλεισμός conclusio, conterminatio Եզրակացութիւն հաւաքաբանութեան. ... *Զի՞նչ է բաղեզերութիւն եւ գտանել զառաջարկութիւնսն: Եզրակացութիւն,… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ԲԱՂԵԶԵՐՈՒՄՆ — (րման.) NBH 1 427 Chronological Sequence: 6c գ. ԲԱՂԵԶԵՐՈՒԹԻՒՆ ԲԱՂԵԶԵՐՈՒՄՆ. συνορισμός, συμπέρασμα, σύγκλεισις, συγκλεισμός conclusio, conterminatio Եզրակացութիւն հաւաքաբանութեան. ... *Զի՞նչ է բաղեզերութիւն եւ գտանել զառաջարկութիւնսն:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)